Στις 14 Ιουλίου εορτάζει ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Γεννήθηκε στη νήσο Νάξο, το 1749, από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, τον Αντώνιο και την Αναστασία Καλλιβούρση, και ονομαζόταν Νικόλαος. Τα πρώτα γράμματα διδάχθηκε στην γενέτειρά του από τον ιερέα της ενορίας του, τον οποίο και βοηθούσε στην τέλεση των ιεροπραξιών. Ακολούθως φοίτησε στην σχολή της Νάξου, διδάχθηκε τα ιερά γράμματα από τον σοφό διδάσκαλο του γένους, αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, αδελφό του ιερομάρτυρος Κοσμά του Αιτωλού († 4 Αυγούστου).
Σε ηλικία 16 ετών εστάλη για συμπλήρωση των σπουδών του στην Ελληνική Σχολή στη Σμύρνη (μετέπειτα Ευαγγελική), όπου κάτω από την καθοδήγηση του ονομαστού για την παιδεία και την αρετή του διδασκάλου Ιεροθέου Βουλισμά του Ιθακήσιου, παρέμεινε για πέντε χρόνια, καταπλήσσοντας τους πάντες για την θαυμάσια επίδοση και τις εξαίρετες επιδόσεις. Έτσι, εκτός των ιερών γραμμάτων, έμαθε την αρχαία Ελληνική, την Λατινική, την Ιταλική και την Γαλλική.
Το 1770, για να αποφύγει τους διωγμούς των Τούρκων, επέστρεψε στη Νάξο, όπου προσλήφθηκε από τον Μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμο ως ακόλουθος και γραμματέας του. Τότε γνώρισε και τους αγιορείτες ιερομονάχους Γρηγόριο και Νήφωνα, από την συναναστροφή των οποίων του γεννήθηκε ο πόθος να ακολουθήσει το μοναχικό βίο στο Άγιον Όρος. Αργότερα, και πριν την μετάβασή του στο Άγιον Όρος, υπήρξε σταθμός στην ζωή του και καθοριστική για την μετέπειτα εξέλιξή του, το ότι γνώρισε τρεις σπουδαίους αγιορείτες μοναχούς, από εκείνους που ονόμαζαν «Κολλυβάδες».
Το κίνημα των «Κολλυβάδων» ήταν μια υγιής αντίδραση ενάντια στις επιδράσεις της φράγκικης θεολογίας στον ορθόδοξο τρόπο ζωής και ενάντια στην εκκοσμίκευση, η οποία απειλούσε να αλλοιώσει το πνεύμα του ορθόδοξου μοναχισμού και γενικότερα την ορθόδοξη παράδοση. Ο Άγιος Νικόδημος υπήρξε πρωτοστάτης στον αγώνα αυτό στους δύσκολους εκείνους χρόνους. Αυτοί κατέφυγαν στη Νάξο διωγμένοι από το Άγιον Όρος, λόγω της εμμονής τους στην πατρώα παράδοση. Διά μέσου των μοναχών αυτών συνδέθηκε με τον Άγιο Μακάριο Νοταρά, πρώην Μητροπολίτη Κορίνθου († 17 Απριλίου), για να φωτισθεί και ενισχυθεί από αυτόν στην ασκητική ζωή, την οποία είχε αποφασίσει να ακολουθήσει.
Το 1775, εγκατέλειψε τον κόσμο και, αφού μετέβη στη μονή του Αγίου Διονυσίου στο Άγιον Όρος, εκάρη μοναχός, λαμβάνοντας το όνομα Νικόδημος και διορίσθηκε αναγνώστης και γραμματέας της μονής.
Το 1777, αφού επισκέφθηκε το Άγιον Όρος ο Μακάριος, συνέστησε στον Όσιο Νικόδημο την θεώρηση και έκδοση διαφόρων εκκλησιαστικών βιβλίων, εργασία την οποία αυτός ευχαρίστως ανέλαβε. Έτσι, σε μικρό χρονικό διάστημα παρέδωσε θεωρημένα και διορθωμένα στον Άγιο Μακάριο την Φιλοκαλία, τον Ευεργετινό και το Περί συνεχούς μεταλήψεως.
Το 1783, αφού έλαβε το μέγα σχήμα από τον οσιότατο γέροντα Δαμασκηνό Σταυρουδά, εγκαταστάθηκε οριστικά στην καλύβη που αγοράσθηκε από αυτόν και βρισκόταν πάνω από το Κυριακό στην Σκήτη του Παντοκράτορος, την λεγόμενη του Θεωνά, και επιδόθηκε απερίσπαστα στην διόρθωση των παλαιών και συγγραφή νέων βιβλίων, ο αριθμός των οποίων υπερβαίνει τα είκοσι επτά. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και ο περίφημος Συναξαριστής του.
Η συνεχής όμως και μόνιμη εργασία και η αδιάλειπτη και έντονη άσκηση κλόνισαν την υγεία του. Το 1809, προσβλήθηκε από ημιπληγία και μετά από λίγες ημέρες παρέδωσε την μακαρία του ψυχή στα χέρια του Θεού, τον Οποίο τόσο αγάπησε, ώστε αφιέρωσε τον εαυτό του σε Αυτόν.
Το τίμιο λείψανό του ενταφιάσθηκε στο Λαυριωτικό κελλί των Σκουρταίων, στο οποίο σήμερα φυλάσσεται η σεπτή κάρα του, αποπνέοντας θεία ευωδία και αγιάζοντας όσους την προσκυνούν με πίστη.
Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος, σάλπιγξ θεόφθογγος, ώφθης του Πνεύματος, και αρετών υφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε· πάσι γαρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητος, διεκφαίνων την έλλαμψιν, τω πλούτω των ενθέων σου λόγων, δι’ ων ως φως τω κόσμω έλαμψας.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Τη Υπερμάχω.
Ως εναρέτου πολιτείας μύστην άριστον
Και ευσεβείας θεοφόρητον διδάσκαλον
Η Ορθόδοξος γεραίρει σε Εκκλησία·
Ουρανόθεν γαρ το χάρισμα δεξάμενος
Καταυγάζεις τοις ενθέοις σου συγγράμμασι
Τους βοώντάς σοι, χαίροις Πάτερ Νικόδημε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Εκκλησίας νέος φωστήρ, και Αγίου Όρους, εγκαλώπισμα ιερόν· χαίροις Μοναζόντων, ο φωτοφόρος λύχνος, Νικόδημε παμμάκαρ, Νάξου το καύχημα.